·        Διεθνὴς πολιτική καὶ ἐθνικοὶ προβληματισμοί, 28.11.1996

Κομοτηνή, Μεγάλη αἴθουσα τελετῶν Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, 28.11.1996. Ἀντιφώνησις τοῦ Χρήστου Σαρτζετάκη κατὰ τὴν ἀνακήρυξίν του ὡς Ἐπιτίμου Διδάκτορος τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας.

Ἡ τελετὴ ἀναγορεύσεως τὴν 28ην Νοεμβρίου 1996 τοῦ Χρήστου Σαρτζετάκη εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἐθνολογίας τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, μὲ τὸν χαιρετισμὸν τοῦ Πρυτάνεως τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωάννου Πανούση, τὸν «ἔπαινον» τοῦ Προέδρου τοῦ Τμήματος Καθηγητοῦ Γεωργίου Παπάζογλου καὶ τὴν ὁμιλίαν τοῦ τιμωμένου, ὡς καὶ πολλῶν ἐν τέλει φωτογραφιῶν, ἀπετέλεσαν τὸ περιεχόμενον καλαισθήτου τομιδίου, ὑπ’ ἀριθ. 1  εἰς τὴν σειρὰν τῶν δημοσιευμάτων «’Ανάλεκτα Θρακικῆς Βιβλιοθήκης» τοῦ ἐν λόγῳ Πανεπιστημίου.

Τὰ ἴδια κείμενα ἐδημοσιεύθησαν καὶ εἰς τὸ περιοδικὸν «Ὁ Τύπος», τεῦχος 79, Δεκεμβρίου 1996, σελ. 37 ἕως 76.

Ἡ ἀντιφώνησις τοῦ τιμωμένου, ἡ ὁποία άκολουθεῖ ἐδῶ, ἐδημοσιεύθη ἐπίσης, μεταξὺ ἄλλων, καὶ εἰς τὸ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ» ἔτους 1997, σελ. 147 ἕως 175.

ΔΙΕΘΝΗΣ  ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΚΑΙ  ΕΘΝΙΚΟΙ  ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ

᾽Αντιφώνησις  -  ῾Ομιλία

τοῦ τέως Προέδρου τῆς ῾Ελληνικῆς Δημοκρατίας

ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

κατὰ τὴν ἀναγόρευσίν του εἰς ᾽Επίτιμον Διδάκτορα

τοῦ Τμήματος ῾Ιστορίας καὶ ᾽Εθνολογίας

τοῦ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΡΑΚΗΣ

(Κομοτηνή, 28η Νοεμβρίου 1996)

*******

 

Κύριε Πρύτανι τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θρᾴκης,

Κύριε Πρόεδρε τοῦ Τμήματος ῾Ιστορίας καὶ ᾽Εθνολογίας,

Θερμότατα εὐχαριστῶ διὰ τὰ καλά Σας λόγια. Τὰ προσδέχομαι ὡς εὐγενεῖς προσρήσεις, ἐκπορευομένας καταδήλως ἀπὸ αἰσθήματα ἀγάπης καὶ ἐπιεικείας πρὸς τὸ πρόσωπόν μου. Καὶ εἰς ἀνταπόκρισιν θὰ ἤθελα, νὰ τονίσω ὅλως ἰδιαιτέρως τὸ μέγεθος τῆς συγκινήσεως, τὴν ὁποίαν αἰσθάνομαι διὰ τὴν τιμήν, ἡ ὁποία μοῦ ἔγινε μὲ τὴν ὁμόφωνον ἀπόφασιν, κατ᾽ εἰσήγησίν Σας, Κύριε Πρόεδρε τοῦ Τμήματος ῾Ιστορίας καὶ ᾽Εθνολογίας τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θρᾴκης, αὐτοῦ τοῦ τόσον ἐλπιδοφόρου διὰ τὴν παιδείαν τῆς ἑλληνίδος νεότητος ῾Ιδρύματος, περὶ ἀνακηρύξεώς μου εἰς ᾽Επίτιμον Διδάκτορα αὐτοῦ. Προσέρχομαι λοιπόν, ἐκφράζων συστοίχως καὶ τὰς θερμάς μου εὐχαριστίας πρὸς ὅλα τὰ Μέλη τοῦ Τμήματος διὰ τὴν εὐμενῆ καὶ τιμητικὴν αὐτὴν ψῆφον, μὲ μεγάλην ἀγαλλίασιν εἰς τὴν παροῦσαν σεμνὴν τελετήν.

 

Σεβασμιώτατε,

Κύριε Πρύτανι, Κύριε Πρόεδρε,

Κύριοι Κύριοι Καθηγηταί,

Κύριοι ἐκπρόσωποι τῶν Δημοσίων καὶ Τοπικῶν ᾽Αρχῶν,

᾽Αγαπητοὶ φίλοι,

 

Προσέρχομαι μὲ μεγάλην ἀγαλλίασιν, ἀλλὰ ἔχων ἀδιαλείπτως κατὰ νοῦν τὴν μοῖραν τοῦ πολυπαθοῦς αὐτοῦ τόπου. ᾽Ενσυνείδητος παρουσία ἀνακαλεῖ, ὅτι εὑρίσκομαι εἰς τὴν ἑλληνικὴν Δυτικὴν Θρᾴκην. Βεβαίως τὸ  «ἑλληνικὴ»  περιττεύει ἐνώπιον τῆς ῾Ιστορίας χιλιετηρίδων ἤδη, ὅταν ὁμιλοῦμεν περὶ Θρᾴκης. ᾽Αλλὰ τὸ  «δυτικὴ»  ὑποδηλώνει αὐτομάτως ἀκρωτηριασμόν. Καὶ ἀπὸ τῆς σκοπιᾶς αὐτῆς ἴσως νὰ κυριολεκτῇ περισσότερον ὁ χαρακτηρισμὸς  «νοτιοδυτική». Διότι πράγματι, ἡ μὲν βόρειος Θρᾴκη, ἡ μέχρι τῆς ἐποχῆς τῶν πατέρων μας ἑλληνικὴ ᾽Ανατολικὴ Ρωμυλία, ἀνήκει σήμερον εἰς τὰ ἐδαφικὰ ὅρια τῆς Βουλγαρίας, ἐνῷ ἡ ἀνατολικὴ εἰς ἐκεῖνα τῆς Τουρκίας. ῾Ο καταμερισμὸς αὐτὸς τῆς ὀντολογικῶς ἑνιαίας, ἀπὸ χιλιετηρίδων, Θρᾴκης καταγράφεται ἀντικειμενικῶς ὑπὸ τῆς ῾Ιστορίας ὡς ἡ ἄφρων συνέπεια, τὸ ἄναρχον ἀποτέλεσμα διεθνοῦς πολιτικῆς συγκυρίας. ῾Η ἐπίγνωσις αὐτῆς ἀκριβῶς τῆς ἀληθείας μὲ ὡδήγησε, νὰ ἐπιλέξω πρὸς διαπραγμάτευσιν ἐνώπιόν Σας τὸ θέμα  «Διεθνὴς πολιτικὴ καὶ ἐθνικοὶ προβληματισμοί» .

 

Α'.

 

Τὴν ἐπαύριον τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου ὁ ὁλλανδὸς Βὰν Βόλλενχόβεν (Van Vollenhoven) ἔγραψεν, ὅτι τὴν 4ην Αὐγούστου 1914, δηλαδὴ τὴν ἡμέραν κηρύξεως τοῦ παγκοσμίου ἐκείνου πολέμου, ἀπέθανεν  «ὄχι τὸ Διεθνὲς Δίκαιον καθ᾽ ἑαυτό, ὄχι τὸ Διεθνὲς Δίκαιον ὁλόκληρον, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ δύσμορφον σύνθεμα ὑποκρισίας, κυνισμοῦ, παλλιλόγου φλυαρίας περὶ τῶν ἐπιτακτικῶν ὑποχρεώσεων τῶν Κρατῶν, ἀφ᾽ ἑνὸς, καὶ ἐπιεικείας διὰ κάθε ἁμάρτημα, τὸ ὁποῖον κάθε Κράτος διαπράττει, ἀφ᾽ ἑτέρου».  ῾Ωμίλησεν ἔτσι καιρίως, στιγματίσας δεόντως τὴν θλιβερὰν διάστασιν μεταξὺ Διεθνοῦς Δικαίου καὶ διεθνοῦς πολιτικῆς πρακτικῆς. Μόνον ὅτι ὁ, ὑπὸ τὴν εὐφορίαν τοῦ αἰσίου διὰ τὰς Δημοκρατίας τερματισμοῦ τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ἀναγγελθεὶς θάνατος τῆς προκειμένης διαστάσεως δυστυχῶς δὲν ἐπῆλθε. Παραμένει λοιπὸν ὡς διαχρονικῆς ἐμβελείας ἡ διαπίστωσις τῆς διαστάσεως, καλύπτουσα καὶ τὴν ἔκτοτε καὶ μέχρι τῶν ἡμερῶν μας περίοδον. Εἶναι, ἑπομένως, πάντοτε ἐπίκαιρος καὶ ἀναγκαία διὰ τὴν κατανόησιν καὶ τῆς ἐποχῆς μας ἡ θεώρησις ἀμφοτέρων, Διεθνοῦς Δικαίου καὶ διεθνοῦς πολιτικῆς πρακτικῆς.

 

Τὸ Διεθνὲς Δίκαιον νοεῖται ὡς σύνολον κανόνων, ποὺ διέπουν τὰς ἀναπτυσσομένας σχέσεις εἰς τὸ πλαίσιον τῆς δεθνοῦς κοινωνίας, κυρίως τὰς μεταξὺ κρατικῶν ὀντοτήτων. Διὰ νὰ μὴ ἀναχθῶ εἰς παλαιοτέρας ἐποχάς, ἀπὸ τῶν συνθηκῶν τῆς Βεστφαλίας (1648) τὸ ὑπόβαθρον τῆς διεθνοῦς ἰσορροπίας, ὡς ἐπιθυμητῆς ρυθμίσεως τῶν διεθνῶν σχέσεων ἀπὸ τὸ Διεθνὲς Δίκαιον, ἀνεζητήθη εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ἀνεξαρτησίας τῶν Κρατῶν, ποὺ ἐξεμαιεύθη ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῆς μεταξύ των ἰσότητος καὶ τῆς συνακολούθου κυριαρχίας ἑκάστου, τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας. ᾽Εδέσποσε δηλαδὴ πλήρως ἡ ἀντίληψις, ὅτι τὸ κυρίαρχον Κράτος συνεπάγεται ἀφεύκτως τὸ διακρατικὸν σύστημα διευθετήσεως τῶν διεθνῶν σχέσεων. ᾽Αντίληψις, ἡ ὁποία συνετηρήθη καὶ μέχρι τῶν ἡμερῶν μας, ἐνισχυθεῖσα μάλιστα ἰσχυρῶς ἀπὸ τὰς ποικίλας βαθείας καὶ διαδοχικὰς μεταμορφώσεις, αἱ ὁποῖαι ἐν τῷ μεταξὺ ἐσημειώθησαν. ῎Ετσι ἐπαναστάσεις (πολιτικαί, τεχνικαί, βιομηχανικαί), πόλεμοι (πρὸ παντὸς οἱ δύο παγκόσμιοι), ἀποαποικιοποίησις, ἐφεύρεσις τῶν ἀτομικῶν-πυρηνικῶν ὅπλων, ἐνίσχυσαν τὸ αἴσθημα τῆς ἑνότητος εἰς τὴν ἐπιδίωξιν κοινῶν συμφερόντων, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνεξαρτησίας τῶν λαῶν, τὴν συνειδητοποίησιν ὅτι μὲ τὴν κρατικὴν κυριαρχίαν, τὴν κυριαρχίαν τοῦ κράτους, κάθε κράτους, ἀποτελεσματικώτερον διασφαλίζεται ἡ διεθνὴς ἀλληλεγγύη.

 

Πρὸς ἄλλην κατεύθυνσιν ὅμως ἐσημειώθη οὐσιώδης μεταβολή. Τὰ παλαιὰ μοναρχικὰ κράτη ἐβασίζοντο κατὰ τὴν ἐδαφικὴν καὶ ἀνθρωπίνην συγκρότησίν των ἐπὶ τῆς κατακτήσεως καὶ τῆς κληρονομίας. Μὲ τὴν πάροδον τοῦ χρόνου κατενοήθη, ὅτι ἡ κρατικὴ κυριαρχία προϋποθέτει τὴν ἐσωτερικὴν συνοχήν. ῾Ο θρίαμβος ἤδη ἀπὸ τὸν παρελθόντα αἰῶνα τῆς ἀρχῆς τῶν ἐθνικοτήτων τοῦτο ἀκριβῶς ἐσήμαινε : προερχομένη ἀπὸ τὸ δικαίωμα τῆς αὐτοδιαθέσεως τῶν λαῶν, ἡ ἀρχὴ τῶν ἐθνικοτήτων ἐπέβαλε, ὡς συμπλήρωμα τῆς κυριαρχίας τοῦ Κράτους, καὶ τὴν ἐντὸς τοῦ Κράτους κυριαρχίαν. Διὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ ἡ κρατικὴ κυριαρχία θὰ ἔπρεπε κάθε ἔθνος νὰ ἔχῃ τὸ δικαίωμα συγκροτήσεώς του εἰς ἀνεξάρτητον κράτος. Διότι ἄλλως ἡ ὑπονόμευσις ἀπὸ μέσα θὰ ἐπήρχετο, ἡ κρατικὴ κυριαρχία ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸν θὰ κατεσκάπτετο.

 

Καὶ ἐστερεώθη ἡ ἀρχὴ τῶν ἐθνικοτήτων ἐπὶ ἀκλονήτου, διότι πρόκειται περὶ φυσικοῦ, ἐκ τῆς φύσεως δεδομένου, κρηπιδώματος. ῾Η ἔννοια τοῦ ἔθνους συλλαμβάνει ἁπτὴν πραγματικότητα, τὴν φυσικὴν πραγματικότητα τῆς κοινῆς καταγωγῆς. Πράγματι, ἀνέκαθεν ἡ λέξις  «ἔθνος» , ποὺ συντάσσεται μὲ γενικὴν προσδιοριστικήν, ἀπαντᾶται εἰς τοὺς ἀρχαίους ῞Ελληνας συγγραφεῖς πρὸς δήλωσιν ὁμογενῶν, τῆς αὐτῆς φυλετικῆς καταγωγῆς ἐπὶ ἀνθρώπων (π.χ. ῾Ομήρου ᾽Ιλιάς, Μ 330, Ρ 552, ῾Ηροδότου ῾Ιστορίαι, Ι 101), ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ζῴων χρησιμοποιουμένη (π.χ. ῾Ομήρου ᾽Ιλιάς, Β 87, Σοφοκλέους ᾽Αντιγόνη, 344). Αὐτὸς ὁ πατὴρ τῆς ῾Ιστορίας ῾Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος ὡς ὅμαιμον, λέγων ἐπὶ λέξει (῾Ιστορίαι, VΙΙΙ 144) «τὸ ἑλληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι, ἤθεά τε ὁμότροπα». Εἰς δὲ τὴν λατινικήν, ἡ ἀντίστοιχος λέξις natio, ἀπὸ τὴν ὁποίαν καὶ προέρχονται οἱ δηλοῦντες τὸ «ἔθνος» ὅροι τῆς γαλλικῆς, ἀγγλικῆς, γερμανικῆς, ἰταλικῆς, ἀλλὰ καὶ ἄλλων γλωσσῶν, ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ ρῆμα nasci, ποὺ σημαίνει  «γεννῶμαι» , μάλιστα δὲ ἡ αὐτὴ λέξις natio κατονομάζει, κατὰ τὰς λατινικὰς πηγάς, καὶ τὴν θεὰν τῆς γεννήσεως.

 

Δι᾽ αὐτὸ καὶ τὴν φυσικήν, ἀντικειμενικὴν αὐτὴν πραγματικότητα τοῦ ἔθνους καμμία ἐπιχείρησις συσκοτισμοῦ δὲν ἐπέτυχε νὰ ἀνατρέψῃ. ῎Αλλωστε πολιτικαὶ μόνον σκοπιμότητες ὑπηγόρευσαν πάντοτε τὴν ἐναντίον τοῦ ἔθνους πολεμικήν. ῾Η εὐπρεπεστέρα ἀπὸ αὐτὰς περιεβλήθη τὸν μανδύαν τῆς ὑποκειμενικῆς θεωρίας περὶ ἔθνους : μὲ αὐτὴν ἐξαίρεται τὸ κριτήριον τῆς πολιτιστικῆς κοινότητος ὡς συγκροτοῦν κυρίως τὴν ἔννοιαν τοῦ ἔθνους. Καὶ ἐπιχειρεῖται ἀπὸ τοὺς ἐγχωρίους ὀπαδούς της, χωρὶς αἰδῶ, νὰ θεμελιωθῇ ἐπὶ χωρίου τοῦ Πανηγυρικοῦ τοῦ ᾽Ισοκράτους. ῾Η ἐπὶ τοῦ προκειμένου διανοητικὴ πλαστογραφία εἶναι αὐτόφωρος. Διότι ὁ ᾽Ισοκράτης λέγει κατὰ λέξιν τὰ ἑξῆς :  «... καὶ τὸ τῶν ῾Ελλήνων ὄνομα πεποίηκεν μηκέτι τοῦ γένους, ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον ῞Ελληνας καλεῖσθε τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας»  (IV, 50). Δηλαδή, ὄχι ὅτι ῞Ελληνες  «εἶναι»  οἱ τῆς ἡμετέρας παιδεύσεως μετέχοντες, ὅπως κατὰ διαστροφὴν τοῦ κειμένου ὑποστηρίζεται, ἀλλὰ ὅτι αὐτοὶ ἁπλῶς  «καλοῦνται» μᾶλλον ῞Ελληνες. Αὐτὰ προκύπτουν ἀβιάστως ἀπὸ τὰς χρησιμοποιουμένας εἰς τὴν περικοπὴν λέξεις  «ὄνομα» ,  «δοκεῖν»  καὶ  «καλεῖσθε» , ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ὅσα ὁ ἴδιος ὁ ᾽Ισοκράτης προηγουμένως εἰς τὸν αὐτὸν λόγον του, ἀναφερόμενος εἰς τὴν πόλιν τῶν ᾽Αθηνῶν, λέγει, καὶ συγκεκριμένως ὅτι  :  « ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ᾽ ἐρήμην καταλαβόντες οὐδ᾽ ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ᾽ οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστε ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν, αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν »  (IV, 24).- ᾽Ακόμη, ἡ ὑποκειμενικὴ περὶ ἔθνους θεωρία διαψεύδεται καὶ ἱστορικῶς. Πράγματι, κατὰ τὸν μεσαίωνα οἱ λαοὶ ὅλων τῶν μοναρχιῶν τῆς κεντρικῆς καὶ δυτικῆς τοὐλάχιστον Εὐρώπης ἐμερίζοντο τὴν ἰδίαν πνευματικὴν καλλιέργειαν, διέθετον τὴν αὐτὴν πίστιν εἰς τὰς χριστιανικὰς ἀξίας καὶ τὰς ἀρχὰς ἑνὸς κοινοῦ πολιτισμοῦ, ἐξέτρεφον τὸν ἴδιον θαυμασμὸν διὰ τὸ ρωμαϊκὸν δίκαιον, τὸ ὁποῖον ἐδιδάσκοντο ὁμοιομόρφως εἰς τὰ Πανεπιστήμια, εἶχον μὲ μίαν λέξιν θαυμαστὴν πνευματικὴν ἑνότητα, μὲ κοινὴν μάλιστα ἐπίσημον, γραφομένην, γλῶσσαν, τὴν λατινικήν. Καὶ ἐν τούτοις ποτὲ δὲν ἀπετέλεσαν ἓν ἔθνος, παρὰ τὴν εἰς τὸν ὕψιστον  νοητὸν βαθμὸν πολιτιστικήν των αὐτὴν κοινότητα. ᾽Ακριβῶς διότι κοινὴν καταγωγὴν δὲν εἶχον ! ῞Οπως διὰ τὸν αὐτὸν λόγον δὲν θὰ συγκροτήσουν ἓν ἔθνος καὶ οἱ λαοί, ποὺ συνωθοῦνται σήμερον  εἰς τὴν ἀποκαλουμένην - διότι εἰς τὴν πραγματικότητα δὲν εἶναι ! - Εὐρωπαϊκὴν ῞Ενωσιν, ἀκόμη καὶ ὅταν συντελεσθῇ ἡ προγραμματιζομένη εὐρωπαϊκὴ ὁλοκλήρωσις ...

 

᾽Αλλὰ τὴν φοβερωτέραν καταφορὰν ὑπέστη ἡ ἔννοια τοῦ ἔθνους ὡς ἁπτὴ πραγματικότης μὲ τὴν ἰδεολογικὴν τρομοκρατίαν τῆς κομμουνιστικῆς πρακτικῆς, καὶ ἰδίως τοῦ σταλινισμοῦ. ῾Υπὸ τὸ κράτος τῆς ὁποίας καὶ αὐτὴ ἡ ἔννοια τοῦ ἔθνους ἀπηλείφθη ἀπὸ οἱανδήποτε θεώρησιν, αὐτὴ ἡ λέξις κατηργήθη ! Εἰς μάτην ὅμως ! Διότι μετὰ ἑβδομήκοντα ἔτη ἀπολύτου, ἀποκλειστικῆς καὶ ἀπηνοῦς κυριαρχίας τῆς κομμουνιστικῆς ἰδεολογίας, ἡ κατάρρευσις τῆς «῾Ενώσεως Σοβιετικῶν Σοσιαλιστικῶν Δημοκρατιῶν» συνεπέφερε, τρόπον τινὰ αὐτομάτως, τὴν ἄμεσον ἀναβίωσιν τοῦ ἐθνικισμοῦ, μὲ τὴν κατάτμησίν της εἰς πληθώραν ἐθνικῶν πλέον κρατῶν. Τὰ ὁποῖα καί, προβάλλοντα τὴν ἐθνικήν των κυριαρχίαν, διεκδικοῦν ἰσότιμον συμμετοχὴν εἰς τὴν διακρατικῶς ὠργανωμένην παγκόσμιον κοινωνίαν.

 

᾽Ακριβῶς οἱ ἀνωτέρω ἱστορικοὶ πειραματισμοὶ ἐναντίον τῆς φυσικῆς πραγματικότητος τοῦ ἔθνους, ποὺ μόνον ὑπὸ καθεστῶτα ὁλοκληρωτικῆς βίας καὶ ἰδεολογικῆς τρομοκρατίας ἠμπόρεσαν νὰ ἀναπτυχθοῦν, διδάσκουν μὲ τὴν παταγώδη ἀποτυχίαν των καὶ τοῦτο τὸ θεμελιῶδες : ὅπως ὀρθῶς ἐτονίσθη, δὲν ὑπάρχει δημοκρατία ἀληθινὴ παρὰ μόνον εἰς τοὺς κόλπους μιᾶς κοινωνίας, ποὺ ἀντιπροσωπεύει ἓν  «ἐλάχιστον»  ὁμοιογενείας, ἡ δημοκρατία δὲν εἶναι δυνατὴ παρὰ μόνον εἰς τὸ ἐσωτερικὸν ἑνὸς ἔθνους (βλέπετε Léo HAMON, εἰς «DROITS, Revue Française de Théorie, de Philosophie et de Culture Juridique»,  τεῦχος 19, 1994, σελ. 157).

 

Β'.

 

Καὶ αὐταὶ μὲν ὑπῆρξαν καὶ εἶναι ἐν συνόψει αἱ θεμελιώδεις ἀρχαί, ποὺ συγκροτοῦν τὰς τιμιωτέρας σελίδας τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου. ῾Η διεθνὴς ὅμως πολιτικὴ πρακτική, παρὰ τὴν πλησμονὴν περὶ τοῦ ἀντιθέτου διακηρύξεων, δυστυχῶς δὲν συγκλίνει. Τοὐναντίον μάλιστα. Διότι ὁδηγεῖται εἰς ἀτραποὺς ὀδυνηράς, αἱ ὁποῖαι αἰτιολογοῦν, χωρὶς βεβαίως καὶ νὰ δικαιολογοῦν, τήν, ἐμμένουσαν εἰς τὴν ἰδεολογικὴν λειτουργίαν τοῦ Δικαίου, ἀγγλοαμερικανικὴν σκέψιν εἰς ἰταμώτατα θεωρήματα : συγκεκριμένως, ὅτι ἡ πολιτικὴ κυριαρχεῖ τῆς διεθνοῦς ζωῆς, ὅτι ἡ διεθνὴς πολιτικὴ δὲν πρέπει νὰ συγχέεται μὲ τὸ Διεθνὲς Δίκαιον, ὅτι δὲν ὑπάρχει Διεθνὲς Δίκαιον εἰ μὴ μόνον εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς πολιτικῆς, ὅτι κυρία λειτουργία τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου εἶναι νὰ βοηθῇ εἰς τὴν διατήρησιν τῆς ὑπεροχῆς, τῶν πρωτείων τῆς δυνάμεως καὶ τῶν ἱεραρχιῶν, ποὺ βασίζονται ἐπὶ τῆς δυνάμεως. Εἰς τοιοῦτο ὀδυνηρὸν περίγραμμα προστίθεται ἡ γλυκανάλατος φλυαρία περὶ διαφυλάξεως τῆς ἐλευθερίας, γενικῶς, καὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας, περὶ προστασίας τῶν μειονοτήτων, κλπ., ὡς ἐὰν ὅλα αὐτὰ ἐκινδύνευον κατὰ τὴν σημερινὴν ἐποχὴν τῆς παντοειδοῦς ἀσυδοσίας, καὶ τῶν μειονοτήτων ἀκόμη, εἰς τὰ πολιτισμένα τοὐλάχιστον κράτη, κατ᾽ ἐξοχὴν μάλιστα εἰς τὴν ῾Ελλάδα. Φλυαρία, πού, μὲ τὴν λεοντῆν  ἰδεολογικοῦ ἀναπληρώματος , ὑπηρετεῖ ἀντικειμενικῶς στόχον διπλοῦν : καὶ τὸν ἐξωραϊσμὸν τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς πρακτικῆς διὰ τῆς προσδόσεως χροιᾶς ἰδεολογικοῦ περιεχομένου καὶ ἄλλους ἀνομολογήτους πολιτικοὺς σκοπούς, συγκεκριμένως τὴν δημιουργίαν, μὲ τὴν σπορὰν ζιζανίων πρὸς ἀποσύνθεσιν παντοῦ τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ, προϋποθέσεων ἀνετωτέρας ἐκμεταλλεύσεως ἀδυνάμων λαῶν, δηλαδὴ πλήρους ἀσυδοσίας τοῦ πολυεθνικοῦ κεφαλαίου, ἀνεμποδίστου κυριαρχίας τῆς... ίδεολογίας  τῶν πολυεθνικῶν ἑταιρειῶν ...

 

῾Η διολίσθησις ἐκτὸς τοῦ πεδίου ἑνιαίας, μὲ συμπαράθεσιν ἐν πλήρει ἰσότητι τῶν κατ᾽ ἰδίαν κυριάρχων κρατῶν, ὀργανώσεως τῆς διεθνοῦς κοινωνίας κατὰ πρῶτον ἔλαβε τὴν μορφὴν τῆς  νοσφίσεως ὑπὸ τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς ἐξουσίας πρὸς ρύθμισιν ζητημάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος, «ἐν τοῖς πράγμασιν» , δηλ. χωρὶς οἱανδήποτε ἐντολὴν καὶ μὲ παραθεώρησιν τῆς κυριαρχίας τῶν μικρῶν, ἀσθενοῦς ἢ καὶ μέσης δυνάμεως Κρατῶν : ῾Ιερὰ Συμμαχία (1815 ἕως 1825), Εὐρωπαϊκὴ Συναυλία (1856 ἕως 1914), ᾽Ανώτατον Διασυμμαχικὸν Συμβούλιον (1919-1920), Πρεσβευτικὴ Διάσκεψις (1920 ἕως 1931) ἀποτελοῦν τὰς θεσμοποιηθείσας μορφὰς τῆς  «ἐν τοῖς πράγμασιν»  ἀδιστάκτου ἐπιβολῆς ὀλίγων Μεγάλων Δυνάμεων ἐπὶ τῆς παγκοσμίου σκηνῆς. ᾽Αλγεινότατον παράδειγμα ἡ διάσκεψις τοῦ Μονάχου τῷ 1938, μὲ συμμετοχὴν τεσσάρων μόνον Δυνάμεων, τῆς Γαλλίας, τῆς Γερμανίας, τῆς Μεγάλης Βρεταννίας καὶ τῆς ᾽Ιταλίας, ἡ ὁποία ἀπεφάσισε τὸν διαμελισμὸν τῆς Τσεχοσλοβακίας ἐρήμην αὐτῆς  (!) καὶ οὐσιαστικῶς ἤνοιξε τὸν δρόμον διὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴν μετὰ ἀπὸ ὀλίγους μόνον μῆνας καταβρόχθισίν της ἀπὸ τὴν χιτλερικὴν Γερμανίαν.

 

᾽Αλλὰ καὶ εἰς τὴν παγκόσμιον ὀργάνωσιν τῆς διεθνοῦς κοινωνίας (ἄλλοτε τὴν Κοινωνίαν τῶν ᾽Εθνῶν - Κ.τ.Ε., ἤδη τὸν  ᾽Οργανισμὸν ῾Ηνωμένων ᾽Εθνῶν - Ο.Η.Ε.) ἰδίως ὁ φόβος τοῦ ἀριθμοῦ, ἐὰν ἴσχυεν ἐπὶ παντὸς θέματος ἡ ἰσότης μεταξὺ τῶν μετεχόντων Κρατῶν, μὲ συνακόλουθον τὸ ἐνδεχόμενον ἀπειλητικῆς διὰ τὰ συμφέροντα τῶν ὀλιγαρίθμων μεγάλων συσπειρώσεως τῶν πολυαρίθμων ἀδυνάτων, ὡδήγησεν εἰς τὴν θεσμοθέτησιν πλέον τῆς καταλυτικῆς παρουσίας τῶν Μεγάλων Δυνάμεων διὰ τὴν λῆψιν τῶν σοβαρωτέρων ἀποφάσεων. ῎Ετσι εἰς τὸ Συμβούλιον ᾽Ασφαλείας τοῦ Ο.Η.Ε. ἡ παρουσία ὡς μονίμων μελῶν τῶν πέντε μεγάλων (Κίνας, ῾Ηνωμένων Πολιτειῶν Β. ᾽Αμερικῆς, Γαλλίας, Μεγάλης Βρεταννίας καὶ Ρωσίας) ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὸ ἀναγνωριζόμενον μόνον εἰς αὐτὰς δικαίωμα ἀρνησικυρίας (veto), διασφαλίζει τὴν λῆψιν μόνον ἀρεστῶν εἰς αὐτὰς ἀποφάσεων ἐπὶ καιρίων παγκοσμίων θεμάτων. Δι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ κατακραυγὴ τῆς διεθνοῦς συνειδήσεως ἐναντίον τῆς ἐπιλεκτικῆς, κατὰ τὰ συμφέροντα τῶν Μεγάλων, ἐφαρμογῆς ἀπὸ τὸν παγκόσμιον ᾽Οργανισμὸν τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου, εἴτε κατὰ τὸ στάδιον τῆς λήψεως ἀποφάσεων εἴτε κατὰ τὸ στάδιον τῆς ἐφαρμογῆς των. ῎Ετσι διεθνῆ ἀνομήματα, ὅπως ἡ  τουρκικὴ ἐπιδρομή, κατάληψις καὶ κατοχὴ ἐπὶ 22 καὶ πλέον ἤδη ἔτη τοῦ 37 %  τοῦ ἐδάφους τῆς ἀνεξαρτήτου καὶ μέλους τοῦ Ο.Η.Ε. Κυπριακῆς Δημοκρατίας, ἡ ἀπροκάλυπτος ἐπέμβασις ἐξωβαλκανικῶν Δυνάμεων εἰς τὰ τῆς Βαλκανικῆς πρὸς διάλυσιν τῆς ἄλλοτε Νοτιοσλαβίας, μὲ σκοπὸν τὴν δημιουργίαν ἰδίων προγεφυρωμάτων διὰ τῆς ἐφευρέσεως ἀνυπάρκτων ἐθνοτήτων καὶ σχηματισμοῦ πειθηνίων κρατικῶν μορφωμάτων, ἡ συστηματικὴ εἰς βάρος τοῦ Κουρδικοῦ λαοῦ, ἰδίως ἀπὸ τὴν Τουρκίαν, γενοκτονία, διὰ νὰ περιορισθῶ εἰς ὀλίγα, ἀμέσως ἐνδιαφέροντα τὴν Πατρίδα μας καὶ τὸν ῾Ελληνισμὸν γενικώτερον διεθνῆ ἀνομήματα, μένουν παντελῶς ἀτιμώρητα, κατὰ μυκτηρισμὸν πάσης ἀρχῆς τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου καὶ κάθε ἐννοίας διεθνοῦς νομιμότητος.

 

Τὰ ἀνωτέρω εἰκονίζουν τὴν στοιχειώδη ἀλήθειαν, ὅτι τὸ σύγχρονον Διεθνὲς Δίκαιον, ἐπιστεγάσαν προηγηθεῖσαν διεθνῆ πολιτικὴν πρακτικήν, ἔπαυσεν εἰς τὴν πραγματικότητα νὰ ἔχῃ οἰκουμενικὸν χαρακτῆρα, ἀφοῦ μετέπεσε θεσμικῶς εἰς ὄργανον, τὸ ὁποῖον αἱ Μεγάλαι Δυνάμεις χειρίζονται κατὰ βούλησιν, βεβαίως μόνον περιστασιακῶς καὶ κατὰ τὰ ἴδια αὐτῶν συμφέροντα. ῾Ο ἐμπεριαλισμὸς ἀναδύεται πλέον ὑπὸ διεθνῆ νομιμοποίησιν. Δὲν εἶναι ἄστοχος ἐντεῦθεν ἡ παρατήρησις, ὅτι ἡ ἀναγνώρισις τῶν πρωτείων τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου ἐνέχει ἀφ᾽ ἑαυτῆς σιωπηρὰν ἀναγνώρισιν δικαιϊκῆς ὑποτελείας ἔναντι τῶν κυριαρχουσῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ἀποδεικνύουσα τὴν ἀδυναμίαν τοῦ ἀναγνωρίζοντος (βλέπετε πρόλογον Olivier BEAUD εἰς τὴν γαλλικὴν ἔκδοσιν τοῦ κλασσικοῦ ἔργου τοῦ Carl Schmitt, Théorie de la Constitution, Paris, P.U.F.,1993, σελ.110).

 

῾Η εἰκὼν καθίσταται ἀκόμη ζοφερωτέρα, ὅταν ἀναλογισθῇ κανείς, ὅτι μετὰ τὴν κατάρρευσιν τῆς σοβιετικῆς συσσωματώσεως ἀπέμεινεν οὐσιαστικῶς εἰς τὸ παγκόσμιον προσκήνιον μία μόνον κυριαρχοῦσα Δύναμις, αἱ ῾Ηνωμέναι Πολιτεῖαι τῆς Βορείου ᾽Αμερικῆς. Χώρα συγκειμένη, μετὰ τὴν γενοκτονίαν τῶν ἰθαγενῶν, ἀπὸ πανσπερμίαν ἐθνοτήτων, συμπληρώσασα δὲ μόνον δύο αἰώνων ἱστορίαν, ἀδυνατεῖ πλέον ἐξ ἀντικειμένου καὶ τὰς ἐθνικὰς εὐαισθησίας νὰ κατανοήσῃ, καὶ τὰ ἱστορικὰ δεδομένα νὰ ἐνατενίσῃ, καὶ ἀπὸ τὰ διδάγματα τοῦ παρελθόντος νὰ διδαχθῇ. Δὲν πρόκειται περὶ κακεντρεχοῦς ἐκτιμήσεως ! ᾽Αντιγράφω ἁπλῶς προσφάτους παραινέσεις εὐκλεοῦς τέκνου της, τοῦ δαφνοστεφοῦς καὶ διὰ τοῦ βραβείου Νόμπελ τῆς εἰρήνης - ὄχι βεβαίως διὰ τὴν τουρκικὴν εἰσβολὴν εἰς τὴν Κύπρον ! - τέως ῾Υπουργοῦ της ἐπὶ τῶν ᾽Εξωτερικῶν ᾽Ερρίκου Κίσσιντζερ ἀπὸ τὸ βιβλίον του  «Διπλωματία» . Εἰς τὸ τελευταῖον κεφάλαιον τοῦ βιβλίου, ὑπὸ τὸν τίτλον «᾽Επανεξέτασις τῆς νέας παγκοσμίου τάξεως»  (σελ. 896 ἑπ. τῆς ἑλληνικῆς του ἐκδόσεως, 1995), μᾶς ὑπενθυμίζει εὐθέως, μεταξὺ ἄλλων, ὅτι, κατὰ λέξιν,  «ἡ ἀπόρριψις τῶν διδαγμάτων τῆς ῾Ιστορίας ἐξωραΐζει τὴν εἰκόνα ἑνὸς καθολικοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ζῇ σύμφωνα μὲ οἰκουμενικὰ ἀξιώματα, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ παρελθόν, γεωγραφία ἢ ἄλλες ἀμετάβλητες περιστάσεις» , ὅτι  «ἡ ἀμερικανικὴ παράδοσι δίνει ἔμφασι περισσότερο σὲ οἰκουμενικὲς ἀλήθειες παρὰ σὲ ἐθνικὰ χαρακτηριστικά» , ὅτι  «ἡ ᾽Αμερικὴ ἀρνεῖται τὶς ἱστορικὲς δεσμεύσεις» (σελ. 928-929 τῆς ἑλληνικῆς ἐκδόσεως). Χρείαν ἄλλων μαρτύρων δὲν ἔχομεν, ὅταν ἔτσι ἐκφράζεται ὁ ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν κυρίως ὑπεύθυνος τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς τῶν Η.Π.Α.

 

Πρόκειται διὰ σχετικῶς πρόσφατα κηρύγματα, τὰ ὁποῖα προβάλλονται μὲ πρωτοφανῆ κυνισμὸν κατὰ τὰς ἡμέρας μας, ὑπὸ τὴν μορφὴν παραινέσεων πρὸς  «ἐπανεξέτασιν τῆς νέας παγκοσμίου τάξεως», ὅπως καὶ τὸ κεφάλαιον τοῦ βιβλίου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐλήφθησαν τὰ ἀνωτέρω παραθέματα, ἐπιγράφεται. Προβάλλονται, ἀλλὰ καὶ πραγματοποιοῦνται, ἔστω μερικῶς ἐπὶ συγκεκριμένων διεθνῶν προβλημάτων κατὰ τὴν ἄσκησιν ὑπὸ τῶν Η.Π.Α. τῆς ἐξωτερικῆς των πολιτικῆς. Εἶναι ἡ διασαλπιζομένη ἰδεολογία τῆς αὐτοαποκαλουμένης «Νέας ᾽Εποχῆς», τῆς ὁποίας δυστυχῶς δὲν ἔλειψαν καὶ ἐδῶ, εἰς τὴν ῾Ελλάδα, οἱ ἔνθερμοι θιασῶται, θέλω νὰ ἐλπίζω ἐν ἀγνοίᾳ τοῦ ἀληθινοῦ περιεχομένου της, ὡς ἰδεολογίας ποὺ ὁδηγεῖ κυριολεκτικῶς εἰς νέον Μεσαίωνα μὲ μοναδικὸν κυρίαρχον τὸ πολυεθνικὸν κεφάλαιον !

 

Μὲ τὴν πολιτικὴν αὐτὴν πρακτικὴν αἱ Η.Π.Α. ἀπομακρύνονται βαθμηδὸν ἀπὸ τὴν ὡραίαν εἰκόνα, τὴν ὁποίαν ἡ φιλεργία καὶ ἡ ἀποφασιστικότης τοῦ ρωμαλέου λαοῦ των, καθοδηγουμένου ἀπὸ ἐμπνευσμένους πράγματι ἡγέτας, εἶχον κατορθώσει νὰ δημιουργήσουν εἰς τὴν παγκόσμιον συνείδησιν. ῾Ο ἰδεαλισμὸς τοῦ μεγάλου Προέδρου των Γούντρωου Οὐίλσωνος (1854-1924), ἀνενδότως ἐμμείναντος, κατὰ τὸν πρῶτον παγκόσμιον πόλεμον, μὲ τὰ θρυλικὰ 14 σημεῖα τοῦ προγράμματός του (λόγος του τῆς 8.1.1918) εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς αὐτοδιαθέσεως τῶν λαῶν, ἀντιθέτως πρὸς τὰ σημερινά, ὡς ἀνωτέρω, κηρύγματα καὶ τὴν ἀρχὴν τῶν ἐθνικοτήτων διεσάλπιζε καὶ τὴν ῾Ιστορίαν καὶ τὴν Γεωγραφίαν ὑπελήπτετο καὶ ἀπὸ τὰ διδάγματά των ἐνεπνέετο. ῾Ο πρωταγωνιστικὸς ρόλος τῶν Η.Π.Α. κατὰ τοὺς δύο παγκοσμίους πολέμους εἶναι αὐτός, ποὺ ἐξησφάλισε τὴν νίκην εἰς τὰς Δημοκρατίας, ἀλλὰ καὶ ἀκολούθως, κατὰ τὴν περίοδον τοῦ ψυχροῦ πολέμου, εἶναι αὐτός, ποὺ διέσωσε τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν ἀξιοπρέπειαν καὶ τοὺς δημοκρατικοὺς θεσμοὺς τοῦ ἐλευθέρου κόσμου ἀπὸ τὴν ἄμεσον ἐπιβουλὴν τοῦ κομμουνιστικοῦ σκοταδισμοῦ. Μετὰ τὸν πρῶτον παγκόσμιον πόλεμον ἡ Γερουσία τῶν Η.Π.Α., καὶ ὄχι ἄλλης χώρας, ἐψήφισεν ὁμοφώνως τὴν 17ην Μαΐου 1920  ἀπόφασιν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ Βόρειος ῎Ηπειρος καὶ τὰ Δωδεκάνησα ἔπρεπε νὰ παραχωρηθοῦν ἀπὸ τὸ Συνέδριον τῆς Εἰρήνης  εἰς τὴν ῾Ελλάδα καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὴν ῾Ελλάδα. Καὶ πάλιν, μετὰ τὸν δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον ἡ Γερουσία τῶν Η.Π.Α., καὶ ὄχι ἄλλης χώρας, υἱοθέτησεν ὁμοφώνως τὴν 29ην ᾽Ιουλίου 1946 τὴν προηγηθεῖσαν ἀπὸ 26ης Μαρτίου ἀπόφασιν τῆς ᾽Επιτροπῆς ἐπὶ τῶν ᾽Εξωτερικῶν ῾Υποθέσεων περὶ παραχωρήσεως τῆς Βορείου ᾽Ηπείρου εἰς τὴν ῾Ελλάδα. Αὐτὰ ἀποτελοῦν μερικὰ ψήγματα ἐκ τῆς γενναιόφρονος κατὰ τὸ παρελθὸν πολιτικῆς, τῆς ἐμπνεομένης ἀπὸ αἰωνίους ἀξίας καὶ ἀρχὰς τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου καὶ καίρια προστάγματα τῆς διαπολιτειακῆς Οἰκουμενικῆς ᾽Ηθικῆς· πολιτικῆς, ἡ ὁποία καὶ εἶχεν ἀνυψώσει δικαίως τὰς Η.Π.Α. εἰς τὴν κορυφὴν τῆς διεθνοῦς ἀναγνωρίσεως ὡς ἐν δικαιώματι ῾Ηγέτιδος τοῦ ἐλευθέρου κόσμου Δυνάμεως. ᾽Αλλὰ πολιτικῆς, ἡ ὁποία δυστυχῶς φαίνεται, ὅτι ἤδη ἐγκαταλείπεται ...

 

Γ'.

 

῾Υπὸ τὸν ἀνωτέρω σκιαγραφηθέντα τρόπον ἀσκήσεως τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς ὑπὸ τῶν προεχουσῶν Δυνάμεων, μᾶλλον ἐλάχιστα ἐνδιαφερομένων διὰ τοὺς τίτλους, ἱστορικοὺς καὶ ἄλλους, τῶν μικρῶν, ὅταν πρόκειται ἰδικά των συμφέροντα νὰ ὑπηρετήσουν, εὐλόγως ἀνακύπτει ἡ ἀνησυχία καὶ παρ᾽ ἡμῖν ὡς πρὸς τὴν πορείαν τῶν ἐθνικῶν μας πραγμάτων, ἐνεστῶσαν καὶ μέλλουσαν. 

 

᾽Ακραδάντως πιστεύω, ὅτι ἡ οἱαδήποτε ἀνησυχία ἀνατρέπεται μὲ τὴν προσήκουσαν θεώρησιν τῶν πραγμάτων καὶ τὴν δέουσαν ἀντιμετώπισιν τῶν οἱωνδήποτε προβλημάτων. ᾽Εν πρώτοις θὰ πρέπει νὰ γίνῃ κοινὴ συνείδησις, ὅτι, ὅπως τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι καὶ τῶν ἐθνῶν ἡ ζωή, ὅπως τὴν ἠθέλησε καὶ τὴν διέπλασεν ἡ φύσις, εἶναι ἀγὼν ὑπάρξεως ἐξ ἰδίας κυρίως δυνάμεως. Τὰ δὲ ἔθνη, ποὺ θέλουν νὰ ζήσουν, ἐπιζοῦν ! ῾Η σκέψις μόνη, τὰ διάφορα φληναφήματα, τὰ ὁποῖα κατὰ πλησμονὴν ρίπτονται καθημερινῶς ἐπὶ τῶν κεφαλῶν μας ἀπὸ πολυπράγμονας κονδυλοφόρους, διὰ τοῦ τύπου καὶ τῶν ραδιοτηλεοπτικῶν μέσων ἐπικοινωνίας, ὑπὸ μορφὴν βαθυστοχάστων δῆθεν «ἀναλύσεων», δὲν ἀποτελοῦν ζωήν. Ζωὴ εἶναι μόνον ὁ ὑπὲρ ὑπάρξεως ἀγών, ὁ μετὰ περισκέψεως ἀγών. ῾Η περίσκεψις ὅμως προϋποθέτει θητείαν ἰδεολογικήν. Διότι τίποτε εἰς τὴν ζωὴν δὲν γίνεται ἀσκόπως καὶ τὸ σκόπιμον ἰδεολογικὴν ἔχει τὴν ἀφετηρίαν καὶ ἀντλεῖται ἀπὸ τὴν κτηθεῖσαν πεῖραν τοῦ παρελθόντος, ἀπὸ τὴν ῾Ιστορίαν. Τὴν ἀλήθειαν αὐτὴν ἀναμφισβητήτως γνωρίζουν οἱ φθονεροὶ τῆς ζωῆς, δι᾽ αὐτὸ καὶ συνήθως ἐπικαλοῦνται τά, ὑπηρετοῦντα ἀντικειμενικῶς τὸν ἰδικόν των σχεδιασμόν, καινοφανῆ θεωρήματα περί, δῆθεν, τέλους τῆς ῾Ιστορίας, περί, δῆθεν, τέλους τῶν ἰδεολογιῶν ! ᾽Αφοῦ αὐτὰ ἀποκόπτουν τὸν ὑπὲρ ὑπάρξεως ἀγῶνα ἀπὸ τὸν λόγον συνεχίσεώς του !

 

῾Ο ὑπὲρ ὑπάρξεως ἀγὼν ἐνέχει πρωτίστως συναίσθησιν τῶν δεσμῶν μας πρὸς τὴν ἐθνικὴν πολιτικὴν κοινότητα, εἰς τὴν ὁποίαν ἀνήκομεν. ῞Οπως εἶχον ἄλλοτε ὑπὸ ἐπίσημον ἰδιότητα δημοσίως τονίσει, δικαία εἶναι βεβαίως ἡ ἀξίωσίς μας ἡ ῾Ελλὰς νὰ ἀνήκῃ εἰς τοὺς ῞Ελληνας, ἀλλὰ θὰ πρέπει πρωτίστως οἱ ῞Ελληνες νὰ ἀνήκωμεν εἰς τὴν ῾Ελλάδα.

 

Πράγματι, προκειμένου περὶ τῶν ἐθνικῶν μας πραγμάτων εἶναι ἀναντίρρητον, ὅτι μόνον ἓν  «δέον»  εἶναι νοητόν, μόνον αὐτὸ ὑπάρχει. ᾽Εὰν βεβαίως θέλωμεν, νὰ ἐμμείνωμεν εἰς ὅ,τι ἡ ἐθνική μας κοινότης ὡς ὠργανωμένον σύνολον ἐπιτάσσει. Καὶ τὴν ἐπιταγὴν αὐτὴν ἓν μόνον κείμενον αὐθεντικῶς διαλαμβάνει. ῞Οταν τὸ Σύνταγμα ἤδη εἰς τὸ ἄρθρον 1 § 3 αὐτοῦ ἐπιτάσσει, ὅτι ἅπασαι αἱ ἐξουσίαι πηγάζουν μὲν  «ἐκ τοῦ λαοῦ», ἀλλὰ ὑπάρχουν «ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ τοῦ ἔθνους», ἀναγκαίως συνακολουθεῖ, ὅτι δὲν εἶναι μόνον ἡ φωνὴ ἡ ἐκ τοῦ  ἐνεστῶτος  λαοῦ, ἡ ὁποία καὶ πρέπει ἑκάστοτε νὰ ἀκούεται, ἀλλὰ ἡ φωνὴ τοῦ ἔθνους ὁλοκλήρου.  Τοῦ ἔθνους, ὡς τῆς ἀδιαλείπτου συνεχείας τῶν γενεῶν, ἀπὸ τοῦ παρελθόντος, καὶ τοῦ ἀπωτάτου ἀκόμη, πορευομένου, μὲ τὰς ἐμπειρίας του, ποὺ ἀπέκτησε κατὰ τὴν διαδρομὴν τῶν αἰώνων, διὰ τοῦ παρόντος πρὸς τὸ μέλλον. ᾽Αναγκαίως λοιπὸν τὸ  «δέον»  μόνον ἐν ὄψει τῶν ἱστορικῶν  δεδομένων  εἶναι ἐπιτρεπτὸν κάθε φορὰ νὰ διαμορφώνεται. Καὶ βεβαίως δὲν ὑπάρχει πλουσιωτέρα δεξαμενὴ διαμορφώσεως ἀπὸ τὴν πηγάζουσαν ἀπὸ τὴν ῾Ιστορίαν.

 

Τοιουτοτρόπως αἱ προτάσεις ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἀποδοκιμάζουν ἢ μυκτηρίζουν τὰς ἐθνικὰς θέσεις, μένουν μετέωροι, διότι στεροῦνται ἀπαραιτήτου, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, καὶ οὐσιώδους προσόντος, τῆς στοιχειώδους δημοκρατικῆς νομιμοποιήσεως. ᾽Αφοῦ πειθαρχοῦν εἰς «δέον»,  κινούμενον ἐκτὸς τοῦ ὁρίζοντος ἐκείνων, τὰ ὁποῖα ἡ ἐθνική μας κοινότης ἀναγνωρίζει ὡς θεμιτὰ καὶ διὰ τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματός μας ἐπιτάσσει ὡς ἐπιβαλλόμενα.

 

Λυσιτελής, ἀποτελεσματικὴ διεξαγωγὴ τοῦ ὑπὲρ ὑπάρξεως ἐθνικοῦ ἀγῶνος προϋποθέτει βεβαίως καὶ ἀκριβῆ γνῶσιν τῶν δεδομένων του καὶ προσήκουσαν διεξαγωγήν του. ᾽Εδῶ πλέον καὶ διὰ τὰ δύο αὐτὰ θάλλει ἐκτεταμένη σύγχυσις, ἐξ αἰτίας ἀνεπιτρέπτου ἀφελείας, ἀνεπιτρέπτου ἐλλείψεως γνώσεως, ἀνεπιτρέπτων ἰδεολογικῶν παρορμήσεων, ἀλλὰ καὶ ὑπόπτων καὶ δολίων εἰσηγήσεων ξένων ἐπιβούλων, σύγχυσις, ποὺ εἶναι ἄδηλον κατὰ ποῖαν μερίδα προέρχεται ἀπὸ καθένα τῶν παραγόντων αὐτῶν. Συγκεφαλαιωτικῶς, ἡ σύγχυσις ἀπαντᾶται εἰς τὴν διασαλπιζομένην μετὰ τόσου τεχνητοῦ θορύβου ὑπὸ ποικιλωνύμων ταγῶν μας ἀξίωσιν ἀσκήσεως ὑπὸ τῆς χώρας μας  «ρεαλιστικῆς» , δηλαδὴ ἐπὶ τὸ ἑλληνικώτερον, πραγματιστικῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς.

 

῎Ετσι ἐκφραζόμενοι ὅλοι αὐτοί, ἀσφαλῶς δὲν ὑποψιάζονται τὶ λέγουν ! Διότι εἰς τὸ πεδίον τῶν διεθνῶν σχέσεων, κατὰ τὰ στοιχειώδη διδάγματα τοῦ σχετικοῦ ἐπιστημονικοῦ κλάδου, ὁ ὅρος  «ρεαλιστικὴ πολιτικὴ»  ἔχει συγκεκριμένον περιεχόμενον, ἀκριβῶς ἀντίθετον ἐκείνου, τὸ ὁποῖον οἱ εἰς τὴν χώραν μας θιασῶται της ἐννοοῦν ! Σημαίνει συγκεκριμένως τὸν ἀγῶνα πρὸς ἀπόκτησιν ἰσχύος, τὴν ταύτισιν ἰσχύος καὶ συμφέροντος, τὴν ἀπόρριψιν κάθε ἠθικῆς δεσμεύσεως καὶ κάθε δικαιϊκῆς ἐπιταγῆς ! ᾽Αλλὰ ἡ ῾Ελλὰς ἀντικειμενικῶς δὲν ἔχει τὴν δυνατότητα ἀσκήσεως τοιαύτης πολιτικῆς. Διότι α) οὔτε δύναμιν πρὸς ἐπιβολὴν αὐθαιρέτως τῶν ἀπόψεών της διαθέτει β) εἶναι πολὺ μικρά, - ὅπως εἶχε τονίσει καὶ ὁ ᾽Ελευθέριος Βενιζέλος, ὅταν τοῦ ἐζητεῖτο κατὰ τὸν πρῶτον παγκόσμιον πόλεμον νὰ ἀθετήσῃ ἡ ῾Ελλὰς τὰς πρὸς τὴν Σερβίαν συμμαχικάς της ὑποχρεώσεις, - διὰ νὰ διαπράττῃ πολιτικὰς ἀτιμίας καὶ γ) ἔχει ἔτσι κάθε συμφέρον νὰ ἐπικαλῆται τὴν τήρησιν καὶ ὄχι νὰ περιφρονῇ τὰς ἐπιταγὰς τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου.

 

Οἱ ὑποστηρικταὶ τοῦ ἐνδοτισμοῦ καὶ τῆς συνθηκολογήσεως μᾶς λέγουν, π.χ. ἐπὶ τοῦ σκοπιανοῦ, - καὶ τὸ σόφισμα ἐπανελήφθη καὶ εἰς πρόσφατον ἄρθρον πανεπιστημιακοῦ δυστυχῶς διδασκάλου εἰς θεωρουμένην σοβαρὰν ἑβδομαδιαίαν ἐφημερίδα, - ὅτι οἱ κάτοικοι τοῦ γειτονικοῦ μας κρατιδίου  «ὡς τὴν ἡλικία τῶν ἑξῆντα ἐτῶν δὲν γνωρίζουν παρὰ ἕνα μόνο ὄνομα γιὰ τὴν Πατρίδα τους», τὸ ὄνομα  «Μακεδονία», τὸ ὁποῖον ἐπέβαλεν εἰς τὴν χώραν των ὁ Τίτο κατὰ τὸ τέλος τοῦ β' παγκοσμίου πολέμου καὶ κάθε ἀλλαγή του  «μόνον διὰ τῆς βίας»   θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἐπιβληθῇ, θὰ εἶναι δὲ καὶ  «βαθύτατα ἀντιδημοκρατικὴ»  καὶ  «ἀντιπαραγωγική» ! (ἔτσι ἄρθρον Νικολάου ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ,  Τὸ Νέο Μακεδονικὸ Ζήτημα  εἰς τὴν ἐφημερίδα  ΤΟ ΒΗΜΑ  τῆς 6.10.1996, σελ.18). Πρόκειται περὶ κραυγαλέου παραλογισμοῦ. Πρῶτον, διότι μὲ τὸ σόφισμα αὐτὸ τέσσαρες χιλιάδες καὶ πλέον ἔτη ἀληθοῦς ῾Ιστορίας, κατὰ τὰ ὁποῖα οὐδέποτε ἔγινε λόγος περὶ Μακεδόνων ὡς ἐθνότητος ξεχωριστῆς ἀπὸ τοὺς ῞Ελληνας, ἀναιροῦνται, κατὰ τοὺς συνθηκολόγους, ἀπὸ τὰ τελευταῖα πενῆντα χρόνια, καὶ μάλιστα ὄχι ῾Ιστορίας, ἀλλὰ  πρακτικῆς , ποὺ ἐπέβαλε βιαίως ὁ Τίτο ! Δεύτερον, διότι εἰς τὸ πεδίον τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου ἡ ἔννοια τῆς χρησικτησίας εἶναι ἄγνωστος ! Ποτὲ δὲν ἀποκτᾶται ὅ,τι δήποτε μὲ τὴν χρησικτησίαν, ὁσονδήποτε πολυετῆ, ὅταν μάλιστα αὐτὴ βασίζεται, ὡς ἐν προκειμένῳ, εἰς παραβίασιν κανόνων τοῦ Διεθνοῦς Δικαίου. ᾽Εξ οὗ καὶ ἡ ἐναγώνιος προσπάθεια τῶν ἐπιβούλων ἐπὶ τοῦ σκοπιανοῦ, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνῃ καὶ ἐπὶ τοῦ Κυπριακοῦ, νὰ ἀποσπάσουν καὶ τὴν ἰδικήν μας ὑπογραφὴν εἰς τὰς ἀνόμους ἐπιδιώξεις των. Τρίτον, διότι μόνον ἀντιδημοκρατικὴ δὲν εἶναι ἡ ἀξίωσις τῆς χώρας μας, ὅπως ἀπορρίψουν οἱ σκοπιανοὶ τὴν ἐπιχειρουμένην, διὰ πλαστογραφήσεως τῆς ῾Ιστορίας, νόσφισιν τῶν ἑλληνικῶν ὀνομάτων τῆς Μακεδονίας καὶ τῶν Μακεδόνων. ᾽Αφοῦ ἀντιδημοκρατικὴ μόνον ἡ παράνομος  χρῆσις ξένου ὀνόματος εἶναι, καὶ βεβαίως ὄχι ἡ ἄρνησις τῆς παρανομίας. Τὸ νόμιμον οὐδέποτε καθίσταται ἀντιδημοκρατικόν. Μάλιστα τὸ Διεθνὲς Δίκαιον προχωρεῖ καὶ περισσότερον : ἐπιτρέπει τὴν ἀπαγόρευσιν τῆς χρησιμοποιήσεως καὶ ἰδίου ὀνόματος, ἀκόμη δὲ καὶ τὴν κατάργησιν ὑφισταμένου Κράτους, ὅταν τοῦτο ἀποτελῇ ἀπειλὴν καὶ κίνδυνον διὰ τὴν διεθνῆ εἰρήνην καὶ τὴν ἀσφάλειαν τῶν λαῶν. ῞Οπως συνέβη μὲ τὴν πρωτοβουλίαν τῶν νικητριῶν δημοκρατικῶν Δυνάμεων μετὰ τὸ τέλος τοῦ β' παγκοσμίου πολέμου, ὅταν μὲ τὸν ὑπ᾽ ἀριθ. 46 νόμον τοῦ Συμμαχικοῦ Συμβουλίου ᾽Ελέγχου τῆς 25ης Φεβρουαρίου 1947 ὡρίσθη, κατὰ λέξιν, ὅτι :  Τὸ κράτος τῆς Πρωσσίας, ὡς καὶ ἡ κεντρική του Κυβέρνησις καὶ ὅλοι οἱ ὀργανισμοί του καταργοῦνται. Κατηργήθησαν, χωρὶς βεβαίως ἔκτοτε νὰ ἐπανιδρυθοῦν. ῞Ολα αὐτὰ εἶναι, εἰς τοὺς εἰδήμονας τοὐλάχιστον, κοινῶς γνωστά. Καὶ εἶναι βεβαίως παντελῶς ἀνεπίτρεπτον νὰ ἀποσιωπῶνται καί, ἐπὶ πλέον, νὰ βομβαρδίζεται ὁ ῾Ελληνικὸς λαὸς μὲ παντελῶς ἀστηρίκτους ἀντιθέτους καὶ ἀνοήτους, ὡς ἀνωτέρω, ἀπόψεις. Τὸ φαινόμενον δημιουργεῖ εὐλόγως πολλὰ ἐρωτηματικά ! ...

 

Πρὸς ὅλους τοὺς ἀντιφρονοῦντας σκόπιμος καὶ ἀναγκαία εἶναι ἡ παλαιὰ ὑπόμνησις : ὅποιος δουλεύει εἰς τὸν ὑποκειμενισμὸν καὶ τὸν μηδενισμόν, ἠμπορεῖ μὲν νὰ ἀσφαλίζῃ τὴν εὐζωΐαν του, ἐνδεχομένως καὶ μὲ συνδρομὰς τῶν ἐπιβούλων, ἀντικειμενικῶς ὅμως εὐνοεῖ τὸν ἀχαλίνωτον ἐγωϊσμόν, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι δυνατόν, εἰ μὴ νὰ θραύσῃ στοιχειώδεις καὶ ἐκ τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος ὑφισταμένας δεσμεύσεις καὶ νὰ κλονίσῃ τὴν σταθερότητα τοῦ κοινοῦ ἐθνικοῦ πολιτικοῦ βίου. Μὲ συνακόλουθα στάδια τὴν ἐθνικὴν ἀποσύνθεσιν καὶ καταστροφήν.

 

᾽Εν ὄψει τῶν ἀνωτέρω, θεμιτὰ καὶ ἐπιβαλλόμενα εἶναι ἀναμφισβητήτως μόνον τὰ ἐντὸς τῶν ἐθνικῶν θέσεων κινούμενα. Διότι, ἐπὶ τέλους, ἡ ἐθνική μας κληρονομία εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀναπαλλοτρίωτος. ᾽Ανήκει ὄχι μόνον εἰς τὴν παροῦσαν, ἀλλὰ εἰς ὅλας τὰς γενεὰς ῾Ελλήνων· ὡς συστατικὸν στοιχεῖον ὅλων τῶν παρελθουσῶν γενεῶν, ἀνήκει ἀναφαιρέτως καὶ εἰς ὅλας τὰς μελλούσας· καὶ δὲν εἶναι νοητὸς οἱοσδήποτε καὶ δι᾽ οἱονδήποτε λόγον ἢ σκοπιμότητα ἀκρωτηριασμός της. ῾Ο δὲ ἐθελούσιος ἀκρωτηριασμὸς, ἀπὸ τὴν σκοπιὰν τοῦ Ποινικοῦ Κώδικος, ἀλλὰ καὶ πολιτικῶς, εἶναι καὶ ὀνομάζεται ἀνέκαθεν ἐθνικὴ προδοσία.

 

᾽Ακριβὴς γνῶσις τῶν δεδομένων πρὸς ἀνάπτυξιν ὀρθῆς ἐθνικῆς πολιτικῆς ἐπὶ τῶν ἐθνικῶν μας πραγμάτων ὁδηγεῖ εἰς ἀπόρριψιν καὶ ἄλλων θεωρήσεων τῶν ἀρνητῶν της :

α) Προβάλλεται ἐντόνως, ὅτι εἴμεθα «ἀπομονωμένοι», περιβαλλόμενοι μόνον ἀπὸ  «ἐχθρούς» , δὲν μᾶς ἀπομένει, ἑπομένως, ἄλλη ὁδὸς ἀπὸ τὸν  «συμβιβασμόν» , δηλαδὴ τὴν συνθηκολόγησιν, ἔστω μὲ μερικοὺς ἐξ αὐτῶν ! Τὸ θεώρημα προσφέρει ἀπὸ προσκομιδῆς μέρους μόνον, ἑπομένως μόνον κίβδηλον ἀλήθειαν. Διότι, ἀτενίσατε τὸν γεωγραφικόν μας περίγυρον. Θὰ διαπιστώσετε, ὅτι ὅλαι χωρὶς ἐξαίρεσιν αἱ γειτονικαί μας χῶραι περιβάλλονται καὶ αὐταὶ μόνον ἀπὸ  ἐχθρούς . ῾Η Τουρκία, ἢ τὰ Σκόπια, π.χ., ἔχουν προβλήματα μὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς γείτονάς των καὶ διατελοῦν ὑπὸ παρομοίας, ἂν ὄχι χειροτέρας, καταστάσεις  «ἀπομονώσεως». ῞Ωστε τὸ ἐπ᾽ αὐτῆς στηριζόμενον δῆθεν ἐπιχείρημα ἀφ᾽ ἑαυτοῦ καταρρέει.

β) Εἰδικῶς διὰ τὸ σκοπιανόν, μᾶς λέγουν, ὅτι συμφέρει δῆθεν εἰς τὴν ῾Ελλάδα ἡ διατήρησις τοῦ κρατιδίου αὐτοῦ, ἀκόμη καὶ δαπάναις μας, δηλαδὴ διὰ παραχωρήσεως τοῦ ὀνόματος τῆς Μακεδονίας, ἁπλοῦ ἢ ἐν συνθέσει, ἀπὸ τὴν ἀπορρόφησίν του ὑπὸ τῆς Βουλγαρίας ! ῾Ο κυνισμὸς τοῦ θεωρήματος εἶναι ἀπύθμενος. ῞Οπως καὶ ἄλλοτε δι᾽ ἐπιστολῶν μου πρὸς τοὺς Πρωθυπουργοὺς τῆς χώρας ὑπεστήριξα, τὴν 30ὴν Μαρτίου 1993 πρὸς τὸν Κωνσταντῖνον Μητσοτάκην καὶ τὴν 6ην Δεκεμβρίου 1993 πρὸς τὸν ᾽Ανδρέαν Παπανδρέου, ἀλλὰ καὶ δημοσίως ἐν συνεχείᾳ ἐτόνισα, ἡ ὕπαρξις τοῦ σκοπιανοῦ κρατιδίου, καὶ μάλιστα ὑπὸ τὸ ὄνομα  «Μακεδονία», ἁπλοῦ ἢ ἐν συνθέσει, θὰ ἀποτελῇ θρυαλλίδα καὶ διαρκῆ κίνδυνον εἰς τὰ βόρεια σύνορά μας, ὥστε, ἀντιθέτως, νὰ μᾶς συμφέρῃ ἡ ὁριστικὴ ἐξαφάνισίς του. Πρῶτον, διότι θὰ ἀπαλλαγῶμεν ἔτσι ἀπὸ τὴν διαρκῆ ἀπειλὴν ἐκ τῆς παρουσίας του ὡς προτεκτοράτου ἐξωβαλκανικῶν δυνάμεων, αὐτῶν ποὺ τὸ ἐδημιούργησαν καὶ τὸ προστατεύουν, καὶ ἀποσταθεροποιητικοῦ, ἑπομένως, ἀνὰ πᾶσαν στιγμήν, παράγοντος εἰς τὴν Βαλκανικήν. Δεύτερον, διότι τὸ ψεῦδος εἰς τὴν διεθνῆ ζωήν, ἡ δημιουργία τεχνητοῦ κρατιδίου χάριν ξένων ἐπιδιώξεων, μόνον καλὸν δὲν πρόκειται νὰ κάνῃ. Τρίτον, διότι ἡ διὰ τῆς διαλύσεως τοῦ κρατιδίου προσθήκη μερικῶν ἐκταρίων γῆς εἰς γειτονικὰς χώρας (᾽Αλβανίαν, Βουλγαρίαν, κλπ.) δὲν πρόκειται βεβαίως νὰ τὰς καταστήσῃ πλέον ἐπικινδύνους διὰ τὴν χώραν μας ἀπὸ ὅσον ἤδη εἶναι, ἐὰν καὶ εἰς τὸν βαθμόν, ποὺ εἶναι. ᾽Ενῷ, ἐξ ἄλλου, εἰς περίπτωσιν διαλύσεώς του ἔχει καὶ ἡ ῾Ελλὰς ἀναμφισβήτητα ἱστορικὰ δικαιώματα κατὰ τὴν διανομὴν τοῦ κρατιδίου αὐτοῦ. ῾Η ἑλληνικὴ Πελαγονία, τὸ Μοναστήριον, τὸ Κρούσοβον καὶ τόσαι ἄλλαι ἑλληνικαὶ κωμοπόλεις καὶ χωρία δὲν διαγράφονται τόσον εὐκόλως ἀπὸ τὴν ῾Ελληνικὴν ῾Ιστορίαν ! ...

 

Προσήκουσα διεξαγωγὴ τοῦ ὑπὲρ ὑπάρξεως ἐθνικοῦ ἀγῶνος σημαίνει ἐντελῆ στάθμησιν τῶν κατ᾽ ἰδίαν χειρισμῶν καὶ ἐξιδιασμένην προορατικότητα, δηλαδὴ ψύχραιμον ἐκτίμησιν τῶν ἀμέσων, ἀλλὰ καὶ ἀπωτέρων συνεπειῶν των. ῾Υπὸ τοιοῦτο πρῖσμα ἂν ἐξετασθῇ, μόνον ἀτυχὴς διὰ τὴν ῾Ελλάδα ὑπῆρξεν ἡ μετὰ τῶν Σκοπίων  ἐνδιάμεσος  λεγομένη συμφωνία τῆς 13ης Σεπτεμβρίου 1995, αὐτή, εἰς τὴν ὁποίαν ἡ ῾Ελλὰς ἐδέχθη νὰ προσέλθῃ χωρὶς τὸ ὄνομά της, πρωτοφανὴς καὶ μοναδικὸς εἰς τὴν ῾Ιστορίαν ἐξευτελισμὸς ἀνεξαρτήτου Κράτους !  Δὲν θὰ ἐπανἐλθω τώρα ἐπὶ τῆς συμφωνίας αὐτῆς. Εἶχον ἐπιδιώξει τὴν ἀποτροπήν της διὰ δημοσίας δηλώσεώς μου ἀπὸ τῆς προτεραίας, ἀλλ᾽ εἰς μάτην. ᾽Αρκοῦμαι μόνον εἰς τὴν ἐπισήμανσιν, ὅτι ἡ συμφωνία, ἐπὶ τοῦ παρόντος τοὐλάχιστον, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἀπὸ ἀπόψεως Διεθνοῦς Δικαίου, ἀλλὰ καὶ ἐσωτερικοῦ, Συνταγματικοῦ Δικαίου, ἀνύπαρκτος, διότι δὲν ἐκυρώθη διὰ νόμου, ὅπως τὸ ἰσχῦον Σύνταγμά μας, διὰ τοῦ ἄρθρου 36 § 2 αὐτοῦ, ἐπιβάλλει.

 

Αἱ ἀτάσθαλοι ἐπίσημοι ἐκτιμήσεις μας δυστυχῶς δὲν σταματοῦν ἐδῶ. Διότι ἠκολούθησεν ἀπὸ περισσὴν ἀφέλειαν ἡ αὐτοπαγίδευσίς μας μὲ τὴν  πρότασιν διευθετήσεως τῆς ἑλληνοτουρκικῆς διαφορᾶς διὰ τὴν βραχονησίδα Λίμνια (῎Ιμια) ὑπὸ τοῦ Διεθνοῦς Δικαστηρίου τῆς Χάγης !         Καίτοι  δὲν πρόκειται «νομικὴ διαφορά», δηλαδὴ  «ἀμοιβαία ἀμφισβήτησις νομίμου δικαιώματος», ὁπότε καὶ μόνον θὰ εἶχε δικαιοδοσίαν τὸ Διεθνὲς Δικαστήριον, κατὰ  τὸ ἄρθρον 36 τοῦ Καταστατικοῦ του, δεδομένου, ὅτι οὔτε ἡ ῾Ελλὰς ἀμφισβητεῖ ἐπὶ τοῦ προκειμένου «νόμιμον δικαίωμα τῆς Τουρκίας», ποὺ δὲν ὑπάρχει, οὔτε ἡ Τουρκία ἀμφισβητεῖ τὸ προβαλλόμενον ἀπὸ τὴν ῾Ελλάδα νόμιμον δικαίωμά της, τὸ βασιζόμενον ἐπὶ τῶν διεθνῶν συνθηκῶν εἰρήνης καὶ ἐνσωματώσεως τῆς Δωδεκανήσου (1947) ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν ᾽Ιταλοτουρκικὴν τοῦ 1932, ἀντιπαρερχομένη τὰς διεθνεῖς αὐτὰς συνθήκας, μὲ τὸ ἐπιχείρημα μάλιστα διὰ τὴν χρονικῶς δευτέραν, αὐτὴν τοῦ 1947, ὅτι δὲν τὴν δεσμεύει, διότι δὲν ἦτο συμβαλλομένη καὶ ἡ ἰδία εἰς αὐτήν. Τοιουτοτρόπως ὅμως, ὅπως ἐτόνισα καὶ μὲ δημοσίαν δήλωσίν μου τῆς 12ης ᾽Απριλίου ἐ.ἔ., χωρὶς ἐπίγνωσιν ἀπεδέχθημεν τὴν ἀμφισβήτησιν ἀπὸ τὴν Τουρκίαν τῆς ἐθνικῆς μας κυριαρχίας ἐπὶ ὁλοκλήρου, λόγῳ τῆς ταὐτότητος τῶν τίτλων μας, τοῦ Δωδεκανησιακοῦ νησιωτικοῦ συμπλέγματος !

 

Δ'.

 

῾Ως ἐπῳδὸς ἐπισήμων ἀστόχων ἐνεργημάτων καὶ χειρισμῶν ἐπὶ τῶν ἐθνικῶν μας θεμάτων φέρεται συνήθως, ὅτι πιεζόμεθα ἀσφυκτικῶς ἀπὸ ὅλους, ἰδίως τοὺς δῆθεν φίλους, τοὺς δῆθεν συμμάχους, τοὺς δῆθεν ἑταίρους μας, ὅτι ἡ ῾Ελλὰς εὑρίσκεται τώρα εἰς δυσχερεστάτην θέσιν, μὴ δυναμένη νὰ ἀντιδράσῃ ἀποτελεσματικῶς. ᾽Εξαπολύονται μάλιστα, ὡς ὁμολογία αὐτοενοχῆς, καὶ ἀραὶ διὰ τὴν μέχρι τοῦδε τηρηθεῖσαν, καίτοι θρηνητικῶς καὶ ὄχι ὑπερηφάνως,  ἀρνητικὴν  πρὸς τὰς ἐπιθυμίας τῶν καλοθελητῶν μας ἐξωτερικήν μας πολιτικήν, δηλαδὴ διότι ... καθυστεροῦμεν εἰς τὴν εὐθεῖαν συνθηκολόγησιν !

 

᾽Αλλά, ὄλβιος ὅστις τῆς ῾Ιστορίας ἔσχε μάθησιν ! ᾽Ανάγκη λοιπὸν νὰ ὑπομνησθῇ πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν ἡ στοιχειώδης ἀλήθεια, ὅτι ὑπῆρξαν καὶ κατὰ πολὺ δυσμενέστεραι τῆς σημερινῆς περιστάσεις διὰ τὴν Πατρίδα μας, ἀκόμη καὶ σχετικῶς προσφάτως, τὰς ὁποίας ὅμως διήλθομεν ὑπερηφάνως, χωρὶς νὰ ὑποστῶμεν τὴν ἀτίμωσιν τῆς συνθηκολογήσεως ! Δὲν χρειάζεται νὰ ἀνατρέξωμεν εἰς τὴν κατάφορτον δόξης ῾Ιστορίαν μας χιλιετηρίδων. ῍Ας ἐνθυμηθῶμεν τὸ 1940, τοῦ ὁποίου μαχηταὶ ἐπιζοῦν μεταξύ μας. Τὸ ΟΧΙ τοῦ ἡγέτου του ᾽Ιωάννου Μεταξᾶ, τὸ ὁποῖον ἐνεστερνίσθη σύσσωμος ὁ ῾Ελληνικὸς λαός, παρὰ τὴν πρὸς τὸ δικτατορικὸν καθεστὼς ἀπαρέσκειάν του, ἦτο κάθε ἄλλο παρὰ  ρεαλιστικὸν  ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῶν σημερινῶν συνθηκολόγων. ᾽Αλλὰ καὶ ἀκολούθως, μετὰ τὴν κατάληψιν τῆς ῾Ελλάδος ὑπὸ τῶν Γερμανῶν καὶ ἐνῷ εὑρισκόμεθα ὑπὸ τριπλῆν, γερμανο-ἰταλο-βουλγαρικήν, κατοχήν, σύμμαχοι καὶ φίλοι μᾶς ἔπληττον, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνῃ καὶ τώρα. Κατὰ τὰς ἀποκαλύψεις τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ ᾽Εμμανουὴλ Τσουδεροῦ εἰς τὸ βιβλίον του  «Διπλωματικὰ παρασκήνια»  (᾽Αετός, 1950), ἀντὶ εὐγνωμοσύνης οἱ ῎Αγγλοι, καίτοι ἐν πολέμῳ εἴμεθα οἱ μόνοι ἐν Εὐρώπῃ σύμμαχοί των, βυσσοδομοῦσαν εἰς βάρος μας, σχεδιάζοντες μὲ τοὺς Τούρκους μὲν τὴν παραχώρησιν εἰς αὐτοὺς τῶν νήσων μας τοῦ Αἰγαίου, μὲ τὰς ὀργανώσεις δὲ τῶν Βουλγάρων κομιτατζήδων εἰς τὴν Σόφιαν τὴν  αὐτονομίαν  τῆς Μακεδονίας, προκειμένου νὰ παρασύρουν Τουρκίαν καὶ Βουλγαρίαν παρὰ τὸ πλευρόν των. ᾽Ενῷ, κατὰ τὰς ἰδίας ἀποκαλύψεις, καὶ οἱ ὄψιμοι, μετὰ τὴν κατάληψιν τῆς ῾Ελλάδος, σύμμαχοί μας Σοβιετικοὶ τῷ 1942 ραδιουργοῦσαν ἐπίσης εἰς βάρος μας, προτείνοντες καὶ αὐτοί, ὁ ἴδιος ὁ  Στάλιν ἀπ᾽ εὐθείας πρὸς τὸν ῏Ηντεν, τότε ῾Υπουργὸν ᾽Εξωτερικῶν τῆς Μεγάλης Βρεταννίας, καὶ ὁ Ρῶσος πρέσβυς εἰς τὴν ῎Αγκυραν πρὸς τὸν Τοῦρκον Πρωθυπουργόν, τὴν ἐπέκτασιν τῆς Τουρκίας ἐπὶ τῶν νήσων μας τοῦ Αἰγαίου ! (αὐτόθι, σελ. 79 ἑπ., 87 ἑπ., 202). ῞Ομως ἡ τότε ῾Ελληνικὴ Κυβέρνησις, καίτοι ἡ ῾Ελλὰς κατάμονος καὶ ὑπὸ ἐχθρικὴν κατοχήν καὶ ὑπ᾽ αὐτῶν τῶν ἐν ὅπλοις συμμάχων της πληττομένη, δὲν ἐλύγισε, ἀλλ᾽ ἀντέδρασεν ἀποφασιστικῶς καὶ ἀπέτρεψε τὴν ἐπιβουλὴν τελεσφόρως. 

 

Δὲν εἶναι λοιπὸν αἱ σημεριναὶ περιστάσεις τόσον δυσμενεῖς ...

 

῾Ο ἱστορικὸς τῆς Γαλλικῆς ᾽Επαναστάσεως ᾽Ιούλιος Μισελὲ (Jules Michelet)  εὐστοχώτατα ἐτόνισεν, ὅτι  «ὅποιος θελήσει νὰ ἀρκεσθῇ εἰς τὸ παρόν, εἰς τὸ τωρινόν, δὲν θὰ ἐννοήσῃ τὸ τωρινόν» ("Celui qui voudra s’ en tenir au présent, à l’ actuel, ne comprendra pas l’ actuel"). ῾Ο δὲ κλασσικὸς ᾽Ιωάννης Μπωντὲν (Jean Bodin) ἐξῇρεν, ὅτι  «ἡ κυρία χρησιμότης τῆς ῾Ιστορίας εἶναι νὰ ὑπηρετῇ τὴν πολιτικήν»  ("la principale utilité de l’ Histoire est de servir à la politique"). Εὐλόγως, ἑπομένως, ἐφ᾽ ὅσον ὁ λόγος γίνεται περὶ τοῦ τρόπου ἀσκήσεως δεόντως τῆς ἐξωτερικῆς μας πολιτικῆς, ἀνάγομαι εἰς φωτεινὰ ἱστορικὰ προηγούμενα προσωπικῆς στάσεως ἐνώπιον τρομακτικῆς θυέλλης παναξίου, ἀληθοῦς ῞Ελληνος, ῾Ηγέτου.

 

῾Ο ᾽Ελευθέριος Βενιζέλος, ἐντεταλμένος τῆς ᾽Επαναστάσεως τοῦ 1922 πρὸς  «διεξαγωγὴν τοῦ ἐξωτερικοῦ ζητήματος», ἀντιπροσωπεύων τὴν ῾Ελλάδα ὑπὸ δραματικὰς συνθήκας, εὐθὺς μετὰ τὴν Μικρασιατικὴν καταστροφήν, προκειμένου νὰ σώσῃ τὴν ᾽Ανατολικὴν θρᾴκην μετέβη εἰς τὸν φιλότουρκον γάλλον Πρωθυπουργὸν Ραϋμόνδον Πουανκαρέ (Raymond Poincaré). Κατὰ τὴν ἀνάπτυξιν τῆς ἐπιχειρηματολογίας του, ὁ γάλλος Πρωθυπουργὸς δὶς τὸν διέκοψε, ὑποδείξας, νὰ μὴ λησμονῇ, ὅτι  «ἡ ῾Ελλὰς ἐπρόδωσε τὴν Γαλλίαν»  ! ῾Οπότε ὁ Βενιζέλος παγερώτατα ἀνταπήντησεν ἐπὶ λέξει :  «Δὲν ἐπρόδωσεν ἡ ῾Ελλὰς τὴν Γαλλίαν, Κύριε Πρόεδρε. ᾽Ακριβῶς τὸ ἀντίθετον συνέβη. ῾Η Γαλλία ἐπρόδωσε τὴν ῾Ελλάδα καὶ ἡ προδοσία αὐτὴ θὰ παραμείνῃ εἰς τὴν ῾Ιστορίαν πρὸς αἰωνίαν καταισχύνην τῆς χώρας σας. Χαίρετε». Καὶ ἀπῆλθε (ἀφήγησις αὐτόπτου πρέσβεως Πέτρου Μεταξᾶ, βλέπε ᾽Αλέξη ΚΥΡΟΥ, ῎Ονειρα καὶ πραγματικότης, 1972, σελ. 74 ὑποσημ.1).-  ῾Ο αὐτὸς ᾽Ελευθέριος Βενιζέλος ἀπεστάλη ἀπὸ τὴν τότε Κυβέρνησιν ᾽Ανδρέου Μιχαλακοπούλου ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς ῾Ελλάδος εἰς τὴν Γενεύην, προκειμένου νὰ ἐπιδιώξῃ τὴν ἀκύρωσιν ἀπὸ τὸ Συμβούλιον τῆς Κοινωνίας τῶν ᾽Εθνῶν τοῦ πρωτοκόλλου τῆς 29ης Σεπτεμβρίου 1924 μεταξὺ Νικολάου Πολίτου, ἕλληνος ῾Υπουργοῦ τῶν ᾽Εξωτερικῶν, καὶ Χρήστου Καλφώφ, βουλγάρου ῾Υπουργοῦ τῶν ᾽Εξωτερικῶν, μὲ τὸ ὁποῖον ἡ ῾Ελλὰς  ἀφρόνως ἀνεγνώριζε τὴν ὕπαρξιν βουλγαρικῆς  μειονότητος  εἰς τὴν Μακεδονίαν, καὶ τὸ ὁποῖον ἦτο ἀμέσου ἰσχύος, διότι εἶχε παραλείψει ὁ Πολίτης, νὰ προσθέσῃ πρὸ τῆς ὑπογραφῆς του τὰς λέξεις ad referendum. Καὶ ἐπέτυχε τὴν ἀκύρωσιν μὲ ἀπόφασιν τοῦ Συμβουλίου τῆς 14ης Μαρτίου 1925, κατόπιν σθεναρωτάτης ὑποστηρίξεως τῶν ἑλληνικῶν θέσεων. ῞Οπως δ᾽ ἀφηγήθη ὁ αὐτόπτης πρέσβυς ᾽Αθανάσιος ῾Αγνίδης, ὁ Βενιζέλος ἐξεβίασε τότε τὴν νίκην ἐντὸς δυσμενεστάτου διὰ τὴν ῾Ελλάδα καὶ ἔναντί του κλίματος, παρὰ τὴν ἀντίθεσιν τοῦ ἀντιπροσώπου τῆς ᾽Ιταλίας Βίκτωρος Scialoga καὶ τὰς φορτικωτάτας προσπαθείας τῶν ἀντιπροσώπων τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, Μεγάλης Βρεταννίας Austen Chamberlain καὶ ΓαλλίαςΑριστείδου  Briand, ὅπως τὸν μεταπείσουν· ἔγινε δὲ καὶ βιαιότατον ἐπεισόδιον μεταξὺ τοῦ τελευταίου αὐτοῦ καὶ τοῦ Βενιζέλου, τὸν ὁποῖον ἀσθενοῦντα εἶχεν ἐπισκεφθῆ ὁ Μπριὰν εἰς τὸ ξενοδοχεῖον, ὅπου διέμενε, κατὰ τὸ ὁποῖον μάλιστα ὁ Βενιζέλος ἐλιποθύμησε (βλέπε Σπυρίδωνος ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ, Πολιτικὴ ῾Ιστορία τῆς Νεωτέρας ῾Ελλάδος, Σειρὰ Β', Σύγχρονος ῾Ελλάς, τόμος Γ', Πάπυρος 1978, σελ. 39 ἑπ., ἰδίᾳ σελ. 44).

 

Εὐθεῖα γλῶσσα καὶ ἐν ἀνάγκῃ κατὰ μέτωπον σύγκρουσις, καὶ μετὰ Μεγάλων καὶ ἰσχυρῶν, ὅταν περὶ  ἀμύνης τῶν ἐθνικῶν μας δικαίων πρόκειται, ἰδοὺ τὶ ἐπιβάλλει καὶ σήμερον, εἰς τὸ κατώφλιον ἐθνικοῦ ὀλέθρου, ἡ ἱστορικῶς κατωχυρωμένη ἐθνική μας τιμὴ καὶ ἀξιοπρέπεια. Τὰ ἀφθονοῦντα παραδείγματα τῆς ἐθνικῆς μας ῾Ιστορίας, μὲ τὴν πλήρη ἀποδυνάμωσιν κάθε πρὸς ἀντίθετον κατεύθυνσιν σκεπτικισμοῦ, ἂς ἐμπνεύσουν καὶ τοὺς σημερινοὺς ὑπευθύνους ταγούς μας.

Γένοιτο !